26-03-13

Βρίσκεσαι κάπου στην εξοχή με φίλους και γνωστούς, κόσμο πολύ. Διανυκτερεύετε σε ένα διώροφο σπίτι με μεγάλες τζαμαρίες που αποκαλύπτουν την πανέμορφη θέα. Λιβάδια. Ορίζοντας. Ουρανός. Ένας ουρανός που ξαφνικά σκοτεινιάζει και πλημμυρίζει μαύρα πυκνά σύννεφα και μία καταιγίδα άνευ προηγουμένου. Μαζεύεστε εσπευσμένα στο σαλόνι και κοιτάζετε τρομαγμένοι αυτό που δεν μπορείτε να ελέγξετε, αυτό που υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη δύναμη ή ικανότητα, αυτό μπροστά στο οποίο μοιάζετε μικροσκοπικοί. Είστε.

Ο ουρανός έχει ένα χρώμα που δεν έχεις ξαναδεί να παίρνει, ένα κατά-κόκκινο ζωντανό χρώμα, έντονο, το χρώμα της πληγής που ανοίγει και δε λέει να κλείσει. Κι εσύ κάθεσαι και την κοιτάς δίχως να προσπαθείς, δίχως να μπορείς, ακίνητη, με κομμένη την ανάσα. Περιμένεις απλά να επουλωθεί ελπίζοντας πως όταν επιτέλους κλείσει, όταν ο ουρανός πάρει και πάλι ένα χρώμα γνώριμο, ασφαλές, όταν καταλαγιάσουν οι αστραπές που τον φωτίζουν στιγμιαία και φανερώνουν το χρώμα της πληγής θυμίζοντάς σου ότι είναι ακόμα ανοικτή, εσύ θα είσαι εκεί, αλώβητη και όλα θα παραμένουν στη θέση τους. 

Το εκτυφλωτικό φως και τον εκκωφαντικό θόρυβο της επόμενης αστραπής ακολουθεί το απέραντο σκοτάδι. Το δάπεδο που σε στηρίζει και οι τοίχοι που σε προστατεύουν σείονται, οι φίλοι και οι γνωστοί χάνονται στο σκοτάδι. Δεν βλέπεις ουρανό, δεν βλέπεις πληγή. Χάνεσαι μέσα της. 

Και, λίγο πριν ή λίγο μετά, ξυπνάς.

Posted in . Bookmark the permalink. RSS feed for this post.
Από το Blogger.

Search

Swedish Greys - a WordPress theme from Nordic Themepark. Converted by LiteThemes.com.