20-12-13

Μια μέρα θα κάνεις τη δουλειά των ονείρων σου και θα αποκτήσεις το σπίτι των ονείρων σου. Θα βρεις τον άντρα των ονείρων σου και θα δημιουργήσετε την οικογένεια των ονείρων σου. 

Τη μέρα εκείνη τα όνειρα σου θα είναι πραγματικότητα. 

Κι εσύ, στο τραπέζι της κουζίνας των ονείρων σου, θα ξεφυλλίζεις βιβλία και θα ονειρεύεσαι. Τα επόμενα.

Posted in | 1 Comment

Χρώμα. Μαύρο

Δεν αντέχεται το απόλυτο σκοτάδι με μάτια ανοιχτά. Μόνο στο μαύρο κλείνεις ταυτόχρονα και τα δυο μάτια. Που δεν το λες χρώμα, το λες απουσία. 

Και θυμάσαι εκείνο το βράδυ στο χορό που χορεύατε τα χρώματα. Και μετά σας ζητήθηκε να χορέψετε την απουσία τους. Κι έμεινες να φέρνεις βόλτες μες στο δωμάτιο περπατώντας σαν κουρδισμένη. Σαν να έμεινες χωρίς αισθήσεις. Χωρίς ακοή, όραση, γεύση. Σαν να μην υπήρχε εξωτερικό περιβάλλον. Σαν να σου γύρισαν τα μέσα έξω. Κι επέμενες να περπατάς από φόβο· πως αν σταματήσεις όλα θα τελειώσουν, θα σβήσουν.

Πέρασαν χρόνια από τότε.


Posted in , | Leave a comment

Χρώμα. Γαλάζιο

Το μοναδικό δεδομένο που έχεις - όταν βρίσκεσαι στην πρώτη λέξη - είναι εκείνη. Εκείνη αλλάζει ρούχα, διάθεση, βλέμμα και γράφει όλα τα υπόλοιπα. Και σήμερα φορά γαλάζιο, ένα μπλε ρούχο που έχει ξεβάψει ακανόνιστα κι έχει δημιουργήσει στο μέρος της κοιλιάς μια σπείρα με αποχρώσεις του ουρανού και της θάλασσας. Και παρόλο που η μητέρα της την έβαλε στην άκρη για να την κάνει ξεσκονόπανο, εκείνη την πήρε πίσω και την φόρεσε σαν να ήταν αυτό το μοναδικό ρούχο που θα μπορούσε να φορά.

Της πάει το γαλάζιο. Της προσφέρει την απόσταση που έχει ανάγκη, την εναλλαγή που αποζητά. Την περικλείει με όρια ελαστικά, πλεγμένα με γαλάζιες κλωστές. Αυτά τα βαμβακερά, συννεφιά όρια αλλάζουν διαρκώς και τρυπώνουν στα πιο απίθανα μέρη. Χωρούν παντού και παντού βρίσκουν χώρο. Μέσα σε αυτά νιώθει προστατευμένη κι ελεύθερη. Και τότε είναι που τολμά να πλησιάσει λίγο πιο κοντά, κι ακόμα λίγο.

Κάτι παίζει με το ρούχο αυτό. Σαν να 'ναι διάφανο και να κάνει διάφανη και τη ψυχή της. Σαν να απλώνεται η σπείρα σε όλο το κορμί της σε μια αέναη κίνηση. Σαν να μην πιάνεται. Σαν να κινείται στο χώρο και να γελά με τους ανθρώπους που προσπαθούν να την πιάσουν και ξαφνιάζονται όταν ανοίγουν την χούφτα τους και είναι ακόμα άδεια. Σαν το παιχνίδι που ξεκινά κι όταν τελειώσει κοιτάζονται όλοι στα μάτια. Κι όλοι ξέρουν. Κι αγαπιούνται πολύ.

Posted in | 2 Comments

27-11-13

Στέκεται στο κατώφλι. Δεν έχει μείνει πόρτα, μόνο η κάσα υπάρχει, αλλά η απουσία της δεν κάνει πιο εύκολη την απόφασή της. Στέκεται ασάλευτη, θα ορκιζόμουν πως ο νους της ταξιδεύει· και η ψυχή της επίσης. Και μπορώ να καταλάβω - δε ξέρω πώς - ότι είναι αυτός ο στόχος της. Να μείνει το σώμα άδειο, κενό. Να μείνει μόνο και να πάρει εκείνο την απόφαση. Μπρος, πίσω, τίποτα, να κουνήσει τα δάχτυλα, να γείρει το κεφάλι, να ανοίξει το στέρνο, κάτι. Τίποτα.

Αναρωτιέμαι πόση ώρα μπορεί να μείνει στην ίδια θέση. Σ' αυτήν τη θέση που μοιάζει να μην έχει ούτε χρόνο, ούτε τόπο. Σαν να βρίσκεται παντού και πάντα. Σαν να μην υπάρχει καμία απόφαση να πάρει.

Ξεφυσά και στην ανάσα της ακούω τις σκέψεις που αλλάζουν απότομα το βλέμμα της. «Θέλω να μπω; Γιατί θέλω να μπω; Πότε θα μάθω αν θέλω να μπω; Γιατί δε ξέρω αν θέλω να μπω».

Το δεξί πέλμα κάνει βήμα προς τα πίσω. Το υπόλοιπο σώμα ακολουθεί. Το μυαλό έχει σίγουρα επιστρέψει. 

Φεύγει δίχως να με κοιτάξει.

Posted in | Leave a comment

16-11-13

Πάει καιρός. Γιατί ενώ εσύ προσπαθείς να βάλεις 2-3 στόχους για να πατήσεις, μέσα σε τέσσερις μέρες καταλήγεις όχι να πατάς, αλλά να πετάς. Κι επειδή δεν έχεις καμία διάθεση να παρατήσεις τους στόχους που έβαλες, τους κουβαλάς μαζί με τους καινούριους, εκείνους τους παλιούς που παράτησες πριν λίγο καιρό για να αφοσιωθείς στους νέους (για γερούς λύτες). Αλλά εκείνοι ξέρουν αυτό που εσύ μοιάζεις να αγνοείς κι επιστρέφουν ολοζώντανοι κι εντυπωσιακοί χωρίς να τους σκιάζει κρίση καμιά. Και γίνεται το πρωινό ξύπνημα λίγο πιο εύκολο και το στριμωξίδι στο μετρό λίγο πιο υποφερτό. Και τώρα δε ξέρεις πού να στραφείς για να πεις ευχαριστώ, ποιος σου κλείνει το μάτι και ποιος φτιάχνει τελικά το χρονοδιάγραμμα της ζωής σου. Όχι τίποτα άλλο, αλλά θέλεις να τον ρωτήσεις τι θα γίνει και με εκείνο το άλλο το θέμα. 

Posted in | 3 Comments

Racism

Do not make the mistake of the ignorant who think that an individualist is a man who says: “I’ll do as I please at everybody else’s expense.” An individualist is a man who recognizes the inalienable individual rights of man—his own and those of others.
An individualist is a man who says: “I will not run anyone’s life—nor let anyone run mine. I will not rule nor be ruled. I will not be a master nor a slave. I will not sacrifice myself to anyone—nor sacrifice anyone to myself.”
Ayn Rand, The Virtue of Selfishness

Posted in | Leave a comment

Φαίδρα

Αμίλητη σε μια γωνιά, παρατηρεί το πλήθος. Με τα μάτια ορθάνοιχτα τρυπά τους τοίχους της αίθουσας. Αν και διαπεραστικό, το βλέμμα της είναι τρυφερό και δεκτικό σε ό,τι αντικρίζει. Καθισμένη σε μια καρέκλα, με τα πόδια να κρέμονται και τις μύτες τους να γλείφουν μετά βίας το πάτωμα, η Φαίδρα θυμίζει φοβισμένη μαθήτρια. Τα σταυρωμένα χέρια της χαμηλά στην κοιλιά και το αδιάφορο ντύσιμό της ενισχύουν ακόμα περισσότερο την απουσία αυτοπεποίθησης και θηλυκότητας που εκπέμπει. Δεν την πλησιάζει κανείς. Δεν την νοιάζει καθόλου.

Τα μαύρα μακριά μαλλιά και τα καστανά της μάτια, τα λεπτά της χείλη και τα έντονα ζυγωματικά, το μέτριο ανάστημά της και το αδύνατο δίχως καμπύλες σώμα της, συνθέτουν μια γυναικεία μορφή συνηθισμένη κι αδιάφορη, που χάνεται εύκολα στο πλήθος. Κι όμως· η έντονη απάθεια στο πρόσωπό της και η παντελής έλλειψη εκφράσεων, οι αργές και μειλίχιες κινήσεις της που καταργούν την έννοια του χρόνου και ο επίμονος, όλο αδιακρισία, τρόπος που εξετάζει τον κόσμο γύρω της, είναι χαρακτηριστικά που δεν της επιτρέπουν να περνά απαρατήρητη. Και είναι με αυτές τις ποιότητες που ελκύει καθημερινά στο ιατρείο της δεκάδες κόσμου.

Η Φαίδρα δίνει στους ασθενείς της την αίσθηση ότι ζει κι αναπνέει μέσα στο νερό. Είναι ο υδάτινος τοίχος που την προστατεύει και την αποξενώνει, ενώ ταυτόχρονα την συνδέει με τον υπόλοιπο κόσμο. Είναι το υγρό στοιχείο μέσα στο οποίο αισθάνεται οικειότητα και σιγουριά, εκεί όπου βρίσκεται σε απόλυτη επαφή με το συναίσθημα. Και είναι μέσα από αυτό που ζει και εξελίσσεται. Οι καθημερινές ιστορίες των ασθενών της, η συνεχόμενη πάλη με τα συναισθήματα και τα ένστικτα που τους κυριεύουν, η αγωνιώδης προσπάθειά τους να τα εκλογικεύσουν και να τα νικήσουν, είναι για τη Φαίδρα πολύτιμη τροφή. Είναι η δύναμή τους, που αρνούνται κι απωθούν. Κι εκείνη την αρπάζει λαίμαργα και την κάνει δική της.

Το δωμάτιο έχει πλέον γεμίσει ασφυκτικά με τους καλεσμένους του αδερφού της για τα τριακοστά έκτα γενέθλιά του. Εκείνη εξακολουθεί να εξετάζει το άγνωστο πλήθος που μιλάει αδιάκοπα, δημιουργώντας ένα συνεχόμενο, ενοχλητικό βουητό στα αυτιά της. Άθελά της φαντάζεται νερό να πλημμυρίζει το δωμάτιο, συνοδευόμενο από απόλυτη σιωπή. Οι καλεσμένοι θυμίζουν πια έμβρυα μέσα σε αμνιακό σάκο. Ένας προς έναν "ξεγυμνώνονται" μπροστά της. Όλες οι αδυναμίες, οι φόβοι, τα πάθη και οι εμμονές τους βρίσκονται εκτεθειμένα μπροστά στα μάτια της. Τα δάκρυα τους δε φαίνονται μες στο νερό. Εκείνη όμως τα βλέπει.

Posted in | Leave a comment

Τυχαία συνάντηση (ή αλλιώς τίτλος κλισέ)

Το καφέ της γειτονιάς μου, λίγα μόλις μέτρα από το σπίτι που μένω, μου προκαλεί απέχθεια εδώ και χρόνια. Όμως η επιμονή της Μίνας να δουλεύει εκεί και η ακατανόητη σε μένα ευχαρίστησή της να φτιάχνει ποτά και καφέδες, με αναγκάζει να το επισκέπτομαι συχνά. Το μαγαζί αυτό δεν κρύβει πια εκπλήξεις· γνώριμο περιβάλλον, οικεία ατμόσφαιρα, φάτσες γνωστές. Κι όμως, την Τρίτη το μεσημέρι η θέση μου στο μπαρ ήταν πιασμένη από έναν άνθρωπο που δεν έχω ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου, παρόλα αυτά γνωρίζω καλά. Και τον αναγνώρισα αμέσως. Η εικόνα που αντίκρυσα - αυτή ενός μεσήλικα Ιάπωνα καθισμένου στο μπαρ με ένα ουίσκι κι ένα μπολ φιστίκια μπροστά του - είναι μια εικόνα που η φαντασία μου έχει δημιουργήσει τουλάχιστον τρεις φορές στο παρελθόν. Και τώρα - στον πραγματικό κόσμο - τα ρούχα, η στάση του σώματος, η κλίση του κεφαλιού, ακόμα και το βλέμμα, είναι όπως ακριβώς τα είχα φανταστεί. 

Πλησίασα στο μπαρ χωρίς να διστάσω, χωρίς να αναρωτηθώ τι κάνει αυτός εδώ, δίχως την παραμικρή ιδέα τι θα πω όταν σταθώ μπροστά του. Τελικά δε χρειάστηκε να πω τίποτα αφού, πριν καλά-καλά σηκώσει τα μάτια του να με κοιτάξει, μου απηύθυνε τον λόγο.

«Η φίλη σου μου είπε ότι θέλεις να γίνεις συγγραφέας. Ισχύει;»
«Θέλω να γίνω συγγραφέας. Εναλλακτικά, θέλω να γίνω η ηρωίδα στο επόμενο βιβλίο σας».
«Μα αυτό έχει ήδη συμβεί. 
Η Ναόκο ταυτίζεται με την επιθυμία σου να διαβάζεις στα μάτια των ανθρώπων τις σκέψεις τους, η Σουμίρε μοιράζεται τη λαχτάρα σου να γίνεις συγγραφέας, η Τζούνκο, όπως κι εσύ, αγωνίζεται κάθε στιγμή να ζει στο εδώ και τώρα αδιαφορώντας για παρελθόν και μέλλον, η Αομόμε βασανίζεται από την έλλειψη αυτοπεποίθησης και την καταστροφική της σχέση με τον καθρέπτη - την ίδια που βασανίζει κι εσένα, η Μιντόρι "κληρονόμησε" το ταλέντο σου στη μαγειρική και η Κουμίκο την καχυποψία σου και την τάση σου να εκμαιεύεις από τους άλλους τις κουβέντες εκείνες που θα σε κάνουν να νιώσεις καλύτερα.
Λοιπόν, νιώθεις καλύτερα;»
«Μα δε χορεύει καμία».
«Δε χορεύει καμία γιατί εσύ το επέλεξες. Πουθενά στα βιβλία μου δεν αναφέρω ότι δε χορεύουν. Εσύ πήρες την απόφαση για εκείνες. Τον μισό χαρακτήρα τον πλάθω εγώ και τον άλλον μισό εσύ. Είμαστε συνυπεύθυνοι. Κάθε ήρωας σε εμπεριέχει, κάθε ήρωας εξαρτάται σε ένα βαθμό από εσένα. 
Και υπό την έννοια αυτή, η επιθυμία σου να γίνεις συγγραφέας, είναι ήδη πραγματικότητα».

Ήπιε την τελευταία γουλιά από το ποτό του και σηκώθηκε. Πριν φύγει έβγαλε από την τσάντα του ένα βιβλίο και το άφησε πάνω στην ξύλινη μπάρα, μπροστά μου.
«Ακούς εκεί δε χορεύει καμία», είπε χαμογελώντας ανεπαίσθητα και απομακρύνθηκε.
Πήρα το βιβλίο στα χέρια μου. Ο τίτλος του, «Dance, dance, dance». Του Χαρούκι Μουρακάμι.



Posted in | Leave a comment
Από το Blogger.

Search

Swedish Greys - a WordPress theme from Nordic Themepark. Converted by LiteThemes.com.