Για μερικές σοκοφρέτες

Χθες το βράδυ πήρες τηλέφωνο τη μαμά σου.
- Θέλω να κάτσεις και να σκεφτείς πόσες σοκοφρέτες μου χρωστάς.
- Τι πράγμα;
Κι όμως είχε καταλάβει πολύ καλά τι εννοούσες. Μπορούσες να το διακρίνεις στον τόνο της φωνής της και στο χαμόγελο που καταλάβαινες πως είχε σχηματιστεί στα χείλη της.
- Ξέρεις τι λέω. Για τις σοκοφρέτες που μου χρωστάς.
- Έλα παιδί μου τώρα, τι σε έπιασε ξαφνικά;

Ήταν ήσυχη πως είχε κάνει το σωστό. Ήταν σίγουρη πως με το να σου παίρνει κάθε μεσημέρι τη σοκοφρέτα που σου έδινε η δασκάλα στον παιδικό σταθμό, να την κόβει στα δύο και να δίνει τη μισή στην αδερφή σου και την άλλη μισή σε σένα, σε βοηθούσε να μάθεις να μοιράζεσαι. Δε θυμάσαι να αντιστέκεσαι σε αυτό. Η μαμά σε είχε πείσει ότι έτσι έπρεπε να γίνει. Ότι αυτό ήταν το σωστό. Ότι αν έτρωγες τη σοκοφρέτα μόνη σου θα ήσουν κακό παιδί. Κι έτσι το είχες αποδεχτεί.

Και τώρα, έχεις γίνει ολόκληρη γαϊδούρα - με την καλή έννοια - και θες να φωνάξεις πως αυτές οι σοκοφρέτες είναι δικές σου. Κάθισες οχτώ ώρες στον παιδικό σταθμό, ήπιες και τα δύο ποτήρια γάλα που τόσο σιχαίνεσαι, ήσουν υπάκουη στη δασκάλα σου και καθόλου ζαβολιάρα με τους συμμαθητές σου. Γι αυτό και στο τέλος της μέρας η δασκάλα σε επιβράβευσε με μια σοκοφρέτα. Ήταν δική σου, την είχες κερδίσει με την αξία σου. Πάντα κέρδιζες όταν ήσουν καλό παιδί. Αυτό στα πέντε το γνώριζες ήδη. Αλλά με αυτήν τη σοκοφρέτα κάτι δεν πήγαινε καλά. Από τη μία η δασκάλα σου έλεγε μπράβο, από την άλλη η μαμά σου έπαιρνε το μπράβο και το έκοβε στα δύο. Είχες μπερδευτεί.

Για αρκετά χρόνια αναρωτιόσουν γιατί όταν ήσουν μικρή αποκεφάλιζες όλες σου τις κούκλες. Επειδή κανένας δεν σου τις έπαιρνε από τα χέρια. Κανένας δεν ήθελε να παίζει με αποκεφαλισμένες κούκλες. Αλλά εσένα καθόλου δε σε ενοχλούσε που η bibibo-αμαζόνα δεν είχε κεφάλι.

Σου κλείνω το μάτι.

Posted in . Bookmark the permalink. RSS feed for this post.
Από το Blogger.

Search

Swedish Greys - a WordPress theme from Nordic Themepark. Converted by LiteThemes.com.