Ό,τι να ναι

Σήμερα θέλεις να σε αφήσουν κάτω από ένα δενδράκι σε μια απάνεμη παραλία με διάφανα νερά. Κάπου στην Ιθάκη, ας πούμε. Δε θέλεις απαραίτητα παρέα, αν κι ένα μασαζάκι είναι ό,τι πρέπει για να σε πάρει ο ύπνος στη σκιά. Αυτό που αποκοιμιέσαι γλυκά στην παραλία το καταμεσήμερο και ξυπνάς σαν να σου έχει ρουφήξει κάποιος όλη την ενέργεια με καλαμάκι; Που για κάνα δεκάλεπτο αφού ξυπνήσεις υπάρχεις και δεν υπάρχεις; Που κάθεσαι και βλέπεις υπνωτισμένη τη θάλασσα και τη λαχταράς όσο τίποτα στον κόσμο γιατί έχεις λιώσει από τη ζέστη, αλλά δεν έχεις τη δύναμη να κάνεις την παραμικρή κίνηση; Κάθε φορά που βιώνεις αυτήν την κατάσταση, θυμάσαι εκείνο το βιβλίο που έτυχε να διαβάσεις στα 14, "Ο Τζόνι πήρε το όπλο του". Δε ξέρεις πώς βρέθηκε αυτό το βιβλίο στα χέρια σου και τι ήταν αυτό που προκάλεσε το ενδιαφέρον σου για να το διαβάσεις, θυμάσαι όμως πόσο σε είχε σοκάρει. Ένας άνθρωπος κατακρεουργημένος και καθηλωμένος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, με μοναδικό μέσο επιβεβαίωσης της ύπαρξης του, τη σκέψη του. Δε μπορούσε να επικοινωνήσει, να δει, να μιλήσει, να κινηθεί, μπορούσε όμως να ακούσει τις σκέψεις του. Ε, εσύ στην παραλία, μετά τη σιέστα, ούτε αυτό δε μπορείς να κάνεις. Βρίσκεσαι σε απόλυτη νιρβάνα, η οποία διαρκεί πέντε με δέκα λεπτά έως ότου αρχίσεις να επανέρχεσαι σιγά-σιγά και πάλι στους ρυθμούς της παρέας. Αυτό το δεκάλεπτο όμως διευρύνεται κι αποκτά άλλη διάσταση. Όλα συμβαίνουν σε slow-motion. Μέχρι να σου δώσουν μια φέτα πεπόνι και μέσω της γεύσης να αρχίσεις να επιστρέφεις σταδιακά στην πραγματικότητα. Και να ρίξεις τελικά κι εκείνη τη βουτιά που μέσα σε μια στιγμή, ως δια μαγείας, σε γεμίζει ενέργεια και σε συνδέει με την απόλαυση και τη ζωή εδώ και τώρα.

Posted in . Bookmark the permalink. RSS feed for this post.
Από το Blogger.

Search

Swedish Greys - a WordPress theme from Nordic Themepark. Converted by LiteThemes.com.