Μπαίνεις
στην αίθουσα διδασκαλίας, παίρνεις μια κιμωλία και γράφεις στον πίνακα την
παρακάτω πρόταση:
«Αυτό
που δε συνέβη σήμερα μπορεί να συμβεί αύριο».
Αφήνεις
την κιμωλία κάτω και γυρίζεις προς τα παιδιά για να τους εξηγήσεις ότι μέσα
στην επόμενη ώρα πρέπει να γράψουν μία έκθεση με αυτό το θέμα. Έπειτα κάθεσαι
στην έδρα, βγάζεις ένα βιβλίο από την τσάντα σου, το ανοίγεις στην σελίδα
ενενήντα επτά όπου το είχες αφήσει κι αρχίζεις να διαβάζεις σιωπηλά. Αλλά
αδυνατείς να συγκεντρωθείς στο βιβλίο σου. Το μυαλό σου τρέχει στις εκθέσεις
που έγραψες εσύ ως παιδί προσπαθώντας να θυμηθείς κάποιο θέμα. Μάταια. Δε μπορείς
να θυμηθείς ούτε μια έκθεση των παιδικών σου χρόνων. Ξαφνικά νιώθεις θυμό που
οι γονείς σου δεν κράτησαν τα γραπτά σου και παράλληλα μια έντονη επιθυμία να
διαβάσεις, να θυμηθείς, να ανακαλύψεις το τρόπο που σκεφτόσουν και έγραφες, τον
τρόπο που βίωνες τον κόσμο ως παιδί. Πόσα πολύτιμα εργαλεία, πόσα κλειδιά
αυτογνωσίας πετάμε; Πόσα γραπτά και πόσες παιδικές ζωγραφιές; Τι θα έγραφες άραγε
για το παραπάνω θέμα σαν παιδί; Πώς θα το προσέγγιζες; Πώς το προσεγγίζεις
σήμερα;
Την
επόμενη στιγμή κλείνεις το βιβλίο σου, παίρνεις μια κόλλα χαρτί κι αρχίζεις να
γράφεις.
«Κάθε
μέρα γεννά προσδοκίες. Κάθε τι που συμβαίνει, που ακούς, που μαθαίνεις γεννά
προσδοκίες. Άλλοτε είναι σιωπηλές και ήπιες, τόσο που με δυσκολία αντιλαμβάνεσαι
την ύπαρξή τους κι άλλοτε είναι τόσο δυνατές και κυρίαρχες, τόσο επίμονες, τόσο
εξουσιαστικές που ελέγχουν τη ζωή σου, τη σκέψη σου, τα συναισθήματά σου,
ολόκληρο το είναι σου. Η προσδοκία γίνεται επιθυμία – και το αντίστροφο - και η
επιθυμία γίνεται στόχος – και το αντίστροφο. Κι όλα αυτά μαζί γίνονται λόγος
ύπαρξης»,
...κι
εσύ μόλις βγήκες εκτός θέματος.
Ξαναρχίζεις.
«Αυτό
που δε συνέβη σήμερα μπορεί να συμβεί αύριο. Η αλήθεια είναι ότι αυτή η πρόταση
εμπεριέχει ελπίδα, αλλά όχι τόσο για την επίτευξη ενός στόχου, όσο για την
ύπαρξη του τυχαίου. Οπότε εκτός από ελπίδα μπορεί να εμπεριέχει και φόβο. Γιατί
το τυχαίο μπορεί να έρθει ξαφνικά σαν πυροτέχνημα, μπορεί όμως να έρθει και σαν
σφαλιάρα. Αλλά σε κάθε περίπτωση εσύ δεν είσαι εδώ για να το περιμένεις. Γιατί
μπορεί να μην χρειαστεί να περιμένεις ούτε στιγμή, μπορεί να χρειαστεί να
περιμένεις και μια ζωή. Εσύ δεν είσαι εδώ για να περιμένεις αυτό που θα συμβεί
ή που δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ. Εσύ απλά είσαι εδώ. Για να παρατηρείς, να
νιώθεις, να μαθαίνεις. Αυτό που δε συνέβη σήμερα μπορεί να συμβεί αύριο. Αλλά
εσένα αυτή η πρόταση δεν σε εμπεριέχει. Στέκεται και κινείται πλάι σου, ούτε πίσω
σου για να σου δίνει ώθηση, ούτε μπροστά σου για να σου δημιουργεί εμπόδια. Εσύ
επιλέγεις πού την τοποθετείς, σε τι βαθμό και με ποιον τρόπο σε επηρεάζει, σε
εξελίσσει, σε διαμορφώνει».
Έτσι
νιώθεις. Και μετά σηκώνεις το βλέμμα σου και κοιτάς τα παιδιά που πλέον γράφουν
αβίαστα. Και φαντάζεσαι να ξεπετάγονται από τα γραπτά τους χρώματα, παιχνίδια,
παραλίες και ζώα, νεράιδες, λιχουδιές και παιδικοί ήρωες. Και σκέφτεσαι πως το
πιθανότερο είναι πως έχουν βγει κι αυτά εκτός θέματος. Και ταξιδεύουν. Όχι σε όσα
δε συνέβησαν και μπορεί να συμβούν αύριο, αλλά σε όλα όσα συμβαίνουν τώρα, μέσα
τους.
Δημοσίευση σχολίου